- φορμικίδες
- οι, Νζωολ. επιστημονική ονομασία τής οικογένειας υμενόπτερων εντόμων στην οποία ανήκουν πολλά είδη που είναι γνωστά με την κοινή ονομασία μυρμήγκι.[ΕΤΥΜΟΛ. < νεολατ. formicidae < λατ. formica «μυρμήγκι»].
Dictionary of Greek. 2013.